Παρασκευή 20 Νοεμβρίου 2009

Κάτι παραπάνω απο μiα ιστορία

Ο Νεομάρτυρας Ευγένιος Ροντιόνωφ γεννήθηκε στις 23 Μαΐου 1977 κοντά στη Μόσχα-και συγκεκριμένα στο χωριό Κουρίλοβο, στην περιοχή της πόλεως Παντόλσκ-. Ήταν το μοναδικό παιδί της οικογένειας και βαπτίστηκε Ορθόδοξος Χριστιανός κατά την παιδική του ηλικία. Η μητέρα του ονομάζεται Λιουμπόβ (=αγάπη) Βασίλιεβνα.
Το 1989 η γιαγιά του πήρε τον μικρό Ευγένιο και τον πήγε στην Εκκλησία, για να εξομολογηθεί για πρώτη φορά και να μεταλάβει των αχράντων μυστηρίων. Ο ιερέας πρόσεξε ότι το παιδί δε φορούσε Σταυρό και κατά τη διάρκεια της εξομολόγησης του φόρεσε ένα Σταυρό, τον οποίο ο μικρός Ευγένιος δεν τον έβγαλε ποτέ από πάνω του· μάλιστα, έφτιαξε ένα χονδρό κορδόνι και τον πέρασε εκεί. Η μητέρα του, όταν είδε ότι φορούσε Σταυρό, τον προέτρεψε να τον βγάλει, διότι, όπως είπε, θα τον περιγελάσουν οι συμμαθητές του. Ο Ευγένιος δεν απάντησε, αλλά και δεν την υπάκουσε.
Όταν τελείωσε τις σπουδές του το 1994, εργάστηκε ως επιπλοποιός, επάγγελμα που του απέφερε πολλά έσοδα.
Στις 25 Ιουνίου του 1995 παρουσιάστηκε στο Στρατό και μετά τη βασική του εκπαίδευση, στις 13 Ιανουαρίου του 1996, τοποθετήθηκε στα συνοριακά φυλάκια Τσετσενίας-Ηγκουερίνας. Ακριβώς ένα μήνα μετά, στις 13 Φεβρουαρίου του 1996, αιχμαλωτίστηκε. Η αιχμαλωσία έγινε ως εξής: η στρατιωτική υπηρεσία έστειλε τέσσερις στρατιώτες-μεταξύ των οποίων και τον Ευγένιο-να κάνουν ελέγχους στα αυτοκίνητα που διέρχονταν από ένα συγκεκριμένο δρόμο. Δυστυχώς, οι αρμόδιοι έστειλαν τους στρατιώτες χωρίς να υπάρχει καμιά προηγούμενη οργάνωση (δεν υπήρχε καν φωτισμός) και καμιά ασφάλεια. Από αυτόν το δρόμο περνούσαν πολύ συχνά Τσετσένοι μεταφέροντας όπλα, αιχμαλώτους και ναρκωτικά. Τη νύχτα εκείνη πέρασε από εκείνο το δρόμο ένα ασθενοφόρο. Όταν οι στρατιώτες το σταμάτησαν για έλεγχο, ξαφνικά μέσα από αυτό πετάχτηκαν πάνω από δέκα Τσετσένοι, πολύ καλά οπλισμένοι. Ακολούθησε συμπλοκή και οι Τσετσένοι συνέλαβαν και τους τέσσερις στρατιώτες. Αυτό έγινε στις 3 τη νύχτα. Στις 4 η ώρα ήρθαν άλλοι στρατιώτες για αλλαγή φρουράς· φυσικά δεν τους βρήκαν και κατάλαβαν αμέσως τι είχε συμβεί. Μετά από λίγες μέρες η υπηρεσία του στρατού ενημέρωσε τους γονείς των στρατιωτών για την εξαφάνισή τους. Η μητέρα του Ευγένιου κατάλαβε ότι δεν πρόκειται για εξαφάνιση, αλλά για αιχμαλωσία, και πήγε με κίνδυνο της ζωής της στην Τσετσενία, για να βρει το παιδί της. Έφτασε στην πόλη Χαγκαλά και μετά από πολλές προσπάθειες ήρθε σε επαφή με τους αρχηγούς διαφόρων αντάρτικων ομάδων της Τσετσενίας προσπαθώντας να μάθει για την τύχη του Ευγένιου, διότι γνώριζε ότι οι Τσετσένοι δε σκοτώνουν αμέσως τους αιχμαλώτους, αλλά περιμένουν μήπως πάρουν λίτρα και τους ελευθερώσουν. Οι ίδιοι οι Τσετσένοι της είπαν ότι ο γιος της ζούσε, αλλά ήταν αιχμάλωτος και σιώπησαν με νόημα προσπαθώντας να υπολογίσουν πόσα χρήματα μπορούσαν να αποσπάσουν από αυτήν. Εκείνον τον καιρό ένας ζωντανός στρατιώτης αιχμάλωτος στοίχιζε 10.000 δολάρια, ενώ ένας αξιωματικός 50.000. Όταν κατάλαβαν ότι δεν πρόκειται να κερδίσουν αρκετά χρήματα, αποφάσισαν να τον σκοτώσουν. Η μητέρα του πήγε παντού για να τον ψάξει, πέρασε από χωριά, από δρόμους με νάρκες, από μέτωπα συγκρούσεων, γνώρισε πολλούς αξιωματικούς Τσετσένους και, όπως η ίδια λέει, «πέρασα από όλους τους κύκλους του άδη».
Από την πρώτη μέρα της αιχμαλωσίας του Ευγένιου, που διήρκησε 100 ημέρες, οι αντάρτες, επειδή είδαν ότι φοράει Σταυρό, προσπάθησαν να τον κάμψουν ψυχικά, ώστε να καταφέρουν-αν ήταν δυνατό-να τον αναγκάσουν να αρνηθεί την πίστη του, να βγάλει το Σταυρό, να γίνει μουσουλμάνος και να τον κάνουν δήμιο και φονιά των άλλων Ρώσων αιχμαλώτων. Ο Ευγένιος, βέβαια, αρνήθηκε όλες τις προτάσεις και, παρά τους συνεχείς ξυλοδαρμούς, τα πάμπολλα βασανιστήρια και τις υποσχέσεις ότι θα ζήσει αν βγάλει το σταυρό του, δεν μπόρεσαν να τον κάμψουν.
Αργότερα, οι ίδιοι οι αρχηγοί των ανταρτών είπαν στη μητέρα του: «εάν ο γιος σου γινόταν σαν ένας από εμάς, δε θα τον αδικούσαμε».
Στις 23 Μαΐου του 1996, δηλαδή την ημέρα των γενεθλίων του, πήραν τους τέσσερις αιχμαλώτους στρατιώτες, μεταξύ των οποίων και τον Ευγένιο, για να τους σκοτώσουν. Πρώτα σκότωσαν τους τρεις συναιχμαλώτους του. Έπειτα, πρότειναν για τελευταία φορά στον Ευγένιο να βγάλει το Σταυρό λέγοντας ότι «ορκιζόμαστε στον αλλάχ ότι θα ζήσεις». Ο Ευγένιος και πάλι αρνήθηκε και τότε υπέστη το φρικτό του μαρτύριο. Τον έσφαξαν με μαχαίρι κόβοντας εντελώς το κεφάλι του, αλλά δεν τόλμησαν να βγάλουν το Σταυρό από το λαιμό του. Τον έθαψαν μεν με το σταυρό, αλλά χωρίς το κεφάλι.
Τελικά, η μητέρα του βρήκε τον Ευγένιο μετά από εννέα μήνες. Και πάλι ζήτησαν οι Τσετσένοι 4000 δολάρια για να της δώσουν το λείψανο. Της έδωσαν και βιντεοκασέτα με το μαρτύριο του γιου της και της διηγήθηκαν οι ίδιοι την πορεία της αιχμαλωσίας του και τα βασανιστήρια.
Η μητέρα του Ευγένιου πούλησε το διαμέρισμά της και ό,τι άλλο μπορούσε-μέχρι και ρούχα-για να μπορέσει, αφενός μεν να δώσει τα λίτρα, αφετέρου δε να ανταπεξέλθει στα έξοδα εκταφής, ειδικού φέρετρου, μεταφοράς κλπ., τα οποία δεν ήταν και λίγα.
Τελικά στις 20 Νοεμβρίου του 1996 μετέφερε το λείψανο στο χωριό τους και το έθαψε στο κοιμητήριο. Μετά από λίγες μέρες ο πατέρας του Ευγένιου πέθανε δίπλα στο μνήμα από τη λύπη του.
Αμέσως, σε διάφορες περιοχές της Ρωσίας ο άγιος μάρτυρας Ευγένιος άρχισε να εμφανίζεται και να κάνει θαύματα. Παρακάτω παραθέτουμε ορισμένες μαρτυρίες και θαυμαστές επεμβάσεις:
Ένα κοριτσάκι που έμενε σε Ορθόδοξο ορφανοτροφείο διηγήθηκε ότι της εμφανίστηκε κάποτε ένας ψηλός στρατιώτης με κόκκινο μανδύα, ο οποίος της είπε ότι είναι ο Ευγένιος, την έπιασε από το χέρι και τη οδήγησε στην Εκκλησία. Το κοριτσάκι λέει: «παραξενεύθηκα που φορούσε κόκκινο μανδύα, διότι οι στρατιώτες δε φορούν σήμερα τέτοιο μανδύα, και σκέφτηκα ότι αυτός πρέπει να είναι ο μανδύας του μάρτυρα».
Σε πολλές Εκκλησίες έχουν δει ένα στρατιώτη με πύρινο μανδύα, ο οποίος βοηθάει τους αιχμαλώτους στην Τσετσενία να δραπετεύσουν από την αιχμαλωσία τους και να διαφύγουν από κάθε κίνδυνο, όπως νάρκες κλπ.
Σε ένα νοσοκομείο τραυματιών πολέμου οι τραυματισμένοι στρατιώτες πιστοποιούν ότι ένας άγιος μάρτυρας Ευγένιος τους βοηθάει, ειδικά όταν πονάνε πολύ. Όταν κάποιοι από αυτούς πήγαν στο Ναό του Σωτήρος στη Μόσχα, είδαν την εικόνα του μάρτυρα και αναγνώρισαν αυτόν που τους βοήθησε.
Το στρατιώτη με τον κόκκινο μανδύα τον γνωρίζουν και οι φυλακισμένοι. Κυρίως βοηθάει τους πολύ καταβεβλημένους και συντετριμμένους ψυχικά λόγω της φυλακίσεως τους.
Το 1997 με ευλογία του Πατριάρχη Αλεξίου εκδόθηκε ένα βιβλίο με τίτλο «Νέος μάρτυς του Χριστού στρατιώτης Ευγένιος». Ένας ιερέας ονόματι Βαντίμ Σκλιαρένσκο από το Ντνεποπετρόφκ έστειλε στο Πατριαρχείο μία αναφορά όπου έγραφε ότι το εξώφυλλο του βιβλίου με τη φωτογραφία του αγίου μυροβλύζει.
Μετά από τρία χρόνια και τρεις μήνες ο αρχηγός και όλη η ομάδα του, οι σφαγείς του Ευγένιου, σκοτώθηκαν από τους ίδιους τους Τσετσένους μετά από εμφύλιες αντιπαραθέσεις.
Καθ' όλη τη διάρκεια του χρόνου, αλλά περισσότερο την ημέρα του Μαρτυρίου του, στις 23 Μαΐου, έρχονται για προσκύνημα στο τάφο του πολλοί πιστοί και αναφέρονται πολλά θαύματα.
Πηγή: http://www.impantokratoros.gr
Link: http://www.impantokratoros.gr/BDC5C441.el.aspx

Πέμπτη 19 Νοεμβρίου 2009

Σχολικό Έτος 2009-2010

Καλό σχολικό έτος σε όλους και καλή χρονιά.
Επίσης θα ήθελα να ανακοινώσω την δημιουργία της επίσημης ιστοσελίδας του σχολείου μας. http://3gym-vyron.att.sch.gr/globalsch-autosch/iware/

Δευτέρα 4 Μαΐου 2009

Καλό καλοκαίρι

Επειδή η φετινή σχολική χρονιά έφτασε στο τέλος της θα ήθελα να ευχηθώ σε όλους τους καθηγητές και συμμαθητές μου καλό καλοκαίρι και ελπίζω του χρόνου να υπάρξουν πιο πολλά κείμενα στην ιστοσελίδα μας.

Απο τους Διαχειριστές
Παναγόπουλο Χρήστο,Γιώργο και Θοδωρή Μπόζιακα

Παρασκευή 30 Ιανουαρίου 2009

Απλή σύμπτωση?Εσεις θα κρίνετε

Επειδή ξέερω πως πολλοί απο εσας θα το δούν αυτο [μεγάλοι και μικροί]ΚΡΙΝΕΤΕ

The Secret behind the number 11



1) Η New York City έχει 11 γράμματα

2) Το Afghanistan έχει 11 γράμματα

3) Το Ramsin Yuseb έχει 11 γράμματα (Ο τρομοκράτης που απείλησε να καταστρέψει τους δίδυμους πύργους το 1993) 4) Ο George W Bush έχει 11 γράμματα

Αυτό θα μπορούσε να είναι μια μόνη σύμπτωση, αλλά αυτό παίρνει ενδιαφέρον:

1) Η Νέα Υόρκη είναι το 11ο κράτος.

2) Το πρώτο αεροπλάνο που συντρίβει ενάντια στους δίδυμους πύργους ήταν αριθμός πτήσης 11.

3) Η πτήση 11 έφερνε 92 επιβάτες. (9 + 2 = 11)

4) Η πτήση 77 που χτύπησε επίσης τους δίδυμους πύργους, έφερνε 65 επιβάτες. (6 + 5 = 11)

5) Η τραγωδία ήταν στις 11 Σεπτεμβρίου, ή 9/11 δεδομένου ότι είναι τώρα γνωστή. (9 + 1+ 1 =11)

6) Η ημερομηνία είναι ίση με τον αριθμό τηλεφώνου 911 υπηρεσιών αμερικανικής έκτακτης ανάγκης.

Καθαρή σύμπτωση.; Διαβάστε επάνω και αποφασίστε σας:

1) Ο συνολικός αριθμός θυμάτων μέσα σε όλα τα αεροπλάνα που ήταν με αεροπειρατές ήταν 254. (2 + 5 + 4 = 11)

2) 11 Σεπτεμβρίου είναι ημέρα αριθμός 254 του ημερολογιακού έτους.

3) Ο βομβαρδισμός της Μαδρίτης πραγματοποιήθηκε στο 3/11/2004. (3 + 1 + 1 + 2 + 4 = 11).

4) Η τραγωδία της Μαδρίτης συνέβη 911 ημέρες μετά από το δίδυμο γεγονός πύργων.

Τώρα αυτό είναι όπου τα πράγματα παίρνουν συνολικά μυστηριώδη:

Το αναγνωρισμένο σύμβολο για τις ΗΠΑ, μετά από τα αστέρια & τις λωρίδες, είναι ο αετός.

Ο ακόλουθος στίχος λαμβάνεται από το Koran, το ισλαμικό ιερό βιβλίο:

«έχει γραφτεί ότι ένας γιος της Αραβίας θα ξυπνούσε έναν τρομακτικό αετό. Η οργή του αετού θα γινόταν αισθητή σε όλα τα εδάφη του Αλλάχ ενώ μερικοί από τους ανθρώπους έτρεμαν στην απελπισία που εκείνος χαιρόταν: για την οργή του αετού που καθάρισε τα εδάφη του Αλλάχ και μετά υπήρξε ειρήνη.»

Εκείνος ο στίχος είναι αριθμός 9.11 του Koran.

Μη πεπεισμένος για όλο αυτό ακόμα.;

Δοκιμάστε αυτό και δείτε πώς αισθάνεστε κατόπιν, έκανε την τρίχα μου να σταθεί όρθια:

Ανοίξτε ένα έγγραφο του micro$oft Word και κάνετε τα παρακάτω :

1. Πληκτρολογήστε με κεφαλαία γράμματα Q33 ΝΥ. Αυτός είναι ο αριθμός πτήσης του πρώτου αεροπλάνου που χτύπησε τον έναν από τους δίδυμους πύργους.

2. Κάντε bold το Q 33 ΝΥ .

3. Αλλάξτε το μέγεθος της γραμματοσειράς σε 48.

4. Αλλάξτε την γραμματοσειρά στο WINGDINGS ...........................

Τι σκέφτεστε τώρα;;;;

Τετάρτη 14 Ιανουαρίου 2009

Γάζα

Μικρές διαδρομές ....μεγάλες αποστάσεις...
ΙΣΡΑΗΛ - ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΙΑΚΑ ΕΔΑΦΗ

.
Είχαν περάσει τρεις ημέρες από την έναρξη των χερσαίων επιχειρήσεων στη λωρίδα της Γάζας. Οι δημοσιογράφοι, μακριά από τις μάχες, έστεκαν απέναντι από τους καπνούς και τις γειτονιές του πολέμου. Ένας πόλεμος διαφορετικός, ο πόλεμος ετούτος. Οι δυο δυνάμεις άνισες και το "υπερθέαμα" του πολέμου μονόπλευρο. Δοσμένο από απόσταση ασφαλείας. Μέσα από τηλεφακούς στριμωγμένους στους λίγους λόφους της ερήμου τριγύρω από Μπέιτ Χανούν που εξακολουθούσε να αντιστέκεται στην πλέον εξελιγμένη πολεμική μηχανή.
Στα σημεία των ζωντανών τηλεοπτικών συνδέσεων οι ξένοι ανταποκριτές φόρεσαν τα αλεξίσφαιρα και περιέγραψαν το άγριο πρόσωπο του πολέμου. Κάποιοι, φόρεσαν και κράνη. Είναι επικίνδυνη η συναναστροφή με τον πόλεμο. Είναι δύσκολη η ζωή στην πρώτη γραμμή. Μόνο που η πρώτη γραμμή έστεκε πολλές γραμμές μακριά από εδώ και στην πραγματικότητα μόλις τρεις ρουκέτες κασάμ έπεσαν κοντά στα δημοσιογραφικά "χαρακώματα".Οι ζωντανές συνδέσεις τελείωσαν. Οι δημοσιογράφοι έβγαλαν κράνη και αλεξίσφαιρα, τα εναπόθεσαν δίπλα στο τρίποδο της κάμερας κι έφυγαν για τα δυο ξενοδοχεία του ʼσκελον. Θα τα χρησιμοποιούσαν πάλι την επομένη. Την ίδια ακριβώς ώρα, με την ίδια διάρκεια προστασίας. Στον ουρανό πάνω από τα σύνορα τα ελικόπτερα έμπαιναν στον εναέριο χώρο της Γάζας, ξεφόρτωναν τα πυρομαχικά τους κι έτρεχαν ξανά στις βάσεις τους για να πάρουν κι άλλα.Οι απαγορεύσεις των ισραηλινών έναντι των δημοσιογράφων είχαν πάρει τη μορφή επιδημίας. Ένα διαρκές κυνηγητό σε δρόμους, παράδρομους και μονοπάτια που με δυσκολία περιδιάβαιναν ακόμα και τα εκτός δρόμου οχήματα των δημοσιογραφικών αποστολών.Στην αντίπερα όχθη τα πράγματα ήταν λίγο πιο ξεκάθαρα. Οι περίπου τριάντα εργαζόμενοι για ξένα μέσα ενημέρωσης - όλοι τους παλαιστίνιοι - στη Γάζα, πάλευαν με το χρόνο, την κούραση και τις βόμβες. Τα τηλέφωνα νεκρά, η επαφή με τον έξω κόσμο περιοριζόταν στις βόμβες που έπεφταν από τον ουρανό.Μετά από τρεις ημέρες επιχειρήσεων των χερσαίων δυνάμεων, τα πράγματα είχαν διαφοροποιηθεί. Οι βομβαρδισμοί της προηγούμενης εβδομάδας είχαν αποκόψει τις επικοινωνίες ωστόσο για όποιον ήθελε να πάρει το ρίσκο οι βομβαρδιζόμενοι δρόμοι παρέμεναν ανοιχτοί και δυσδιάκριτοι.Πλέον οι ειδικές δυνάμεις του Ισραήλ είχαν αποκόψει την πρόσβαση στις επίμαχες περιοχές. Ακόμα και τα ασθενοφόρα περίμεναν με τις ώρες για να περάσουν από την μια περιοχή στην άλλη και σε αρκετές περιπτώσεις δέχονταν τα πυρά από την πλευρά των επιτιθέμενων με τη δικαιολογία ότι μετέφεραν ένοπλους των ισλαμικών οργανώσεων.Κάτω από αυτές τις συνθήκες ο Χάτεμ, ένας φωτογράφος που δουλεύει για μεγάλο ειδησεογραφικό πρακτορείο στη Γάζα αναζητούσε μια επαφή, ένα σημάδι, μια ένδειξη ζωής από τους δικούς του ανθρώπους. Όλοι τους, κάτοικοι του προσφυγικού καταυλισμού Μπέιτ Λάχια στο βόρειο τμήμα της Λωρίδας της Γάζας.Όμως οι καπνοί και οι λάμψεις των εκρήξεων δεν άφηναν περιθώρια για κανένα σημάδι ενώ οι ρυθμοί με τους οποίους οι επιχειρήσεις διεξάγονταν από το Ισραήλ, καθώς και το μέγεθος των όπλων που χρησιμοποιούσαν δεν δημιουργούσαν αισιοδοξία για ζωντανούς στην πόλη.Τις τελευταίες δέκα ημέρες οι αποστάσεις που διένυε περιορίζονταν μεταξύ του γραφείου του νοσοκομείου και των εκείνων των σημείων της πόλης που χτυπήθηκαν.Οι διαδρομές αν και μικρές, έπαιρναν ώρες. Ο χρόνος στον πόλεμο περνά σε άλλη διάσταση. Οι αποστάσεις μεγαλώνουν. Όμως αυτό δεν γίνεται κατανοητό από όλους.Το γραφείο της Ιερουσαλήμ πίεζε για τις φωτογραφίες το συντομότερο δυνατό. Ο Χάτεμ, ο ʼντελ και τα άλλα παιδιά του γραφείου της Γάζας, δούλευαν ασταμάτητα τις τελευταίες 240 ώρες. Κοιμόντουσαν τέσσερις ώρες το 24ωρο κι αυτό υπό τους ήχους των εκρήξεων. Το 14όροφο κτίριο που στεγαζόταν το γραφείο ταλαντευόταν ανάλογα με τη δύναμη που απελευθέρωναν οι βόμβες στην επαφή τους με το έδαφος.Έβγαιναν, τράβαγαν, επέστρεφαν, έστελναν τις φωτογραφίες και πάλι από την αρχή.Η πίεση της δουλειάς, οι συνθήκες στους δρόμους, ο αγώνας για την επιβίωση αλλά και την ενημέρωση δεν άφηναν περιθώριο για καθαρές σκέψεις. Μέχρι που πέρασαν οι δέκα μέρες των βομβαρδισμών και οι τρεις της εισβολής των χερσαίων δυνάμεων.
Εκείνο το πρωί οι σφαίρες κόπασαν κι ο ύπνος δεν τον έπαιρνε. Στο γραφείο έντεκα άτομα αραδιασμένα σε καναπέδες, στρώματα, υπνόσακους κι ότι άλλο μπορούσε να μαλακώσει το πάτωμα χρησιμοποιούνταν για το λίγο χρόνο της ανάπαυλας.Ο Χάτεμ δίχως δεύτερη σκέψη, κατέβηκε τους δώδεκα ορόφους που τον χώριζαν από το αυτοκίνητο. Με γρήγορες κινήσεις άνοιξε την πόρτα, έβαλε μπρος τη μηχανή κι οδήγησε όσο πιο γρήγορα είχε οδηγήσει ποτέ, για τη γειτονιά του. Τη Μπέιτ Λάχια.Οι δρόμοι αγνώριστοι. Ακόμα και το τζίπ χανόταν στις λακκούβες που άφησαν στο πέρασμά τους οι βόμβες των αεροσκαφών.Έφτασε στην είσοδο του καταυλισμού και πάρκαρε το αυτοκίνητο σε μια γωνιά από χαλάσματα.Τσέκαρε την περιοχή για δυνάμεις των ισραηλινών και ελεύθερους σκοπευτές κι αφού του φάνηκε καθαρή έτρεξε προς το σπίτι του. Ένα σημείωμα που είχαν αφήσει οι δικοί του πριν το εγκαταλείψουν όπως – όπως, τον πληροφορούσε ότι βρίσκονταν στο σπίτι κάποιων συγγενών στην πόλη της Γάζας.Ο Χάτεμ μάζεψε στα πεταχτά δυο - τρεις αλλαξιές ρούχα κι με ένα αίσθημα ανακούφισης βγήκε από το σπίτι. Δίχως να το επιδιώξει η ματιά του καρφώθηκε στο απέναντι σπίτι από το δικό του. Το σπίτι του Σάμι. Ο Χάτεμ και ο Σάμι ήταν παιδικοί φίλοι. Τελείωσαν το ίδιο σχολείο. Μοιράστηκαν τους ίδιους βόλους. Γνώρισαν το κόσμο στα μικρά ταξίδια της Γάζας κι έκαναν σχέδια από εκείνα που μόνο οι έφηβοι γνωρίζουν να καταστρώνουν για το μέλλον. Είδε ότι το σπίτι του Σάμι δεν έστεκε. Πλησίασε κοντύτερα κι είδε ένα χέρι να προεξέχει από τα χαλάσματα. Κοίταξε για άλλη μια φορά τριγύρω κι αφού σιγουρεύτηκε ότι δεν υπήρχαν στρατιώτες, έσπευσε στα χαλάσματα.ʼρχισε να σηκώνει και να απομακρύνει μικρές και μεγάλες πέτρες. Τις πετούσε και συνέχιζε να βγάζει κι άλλες. Ήθελε να δει το πρόσωπο για να σιγουρευτεί ότι ο Σάμι δεν ήταν εκεί. Ο ήλιος είχε βγει για τα καλά και οι πρώτες καυτές αχτίδες έσπαγαν την ομίχλη που αφήνει πίσω της η νύχτα της ερήμου.Μια από αυτές φώτισε το πρόσωπο του Σάμι. Ματωμένο, παραμορφωμένο από το βάρος των τσιμέντων, των τούβλων κι ότι άλλο τον είχε καταπλακώσει. Ο Χάτεμ τραβήχτηκε για μια στιγμή. Σαστισμένος κι αμήχανος έμεινε εκεί για κάποια δευτερόλεπτα να χαζεύει το άψυχο κορμί του φίλου του. Ξάφνου όρμησε και πάλι στα χαλάσματα κι άρχισε να πετά τα μπάζα με μανία και δύναμη μακριά από το φίλο του. ʼρχισε να του μιλά. Να του λεει να μην ανησυχεί και πως όλα θα πάνε καλά. Ζητούσε μόνο μερικά δευτερόλεπτα ακόμα για να τον βγάλει από εκεί. Τα χέρια του είχαν ματώσει, κομμάτια από τα νύχια του είχαν σπάσει, όμως απτόητος εκείνος συνέχιζε το μακάβριο έργο της εκταφής του κολλητού του φίλου, από τα χαλάσματα. Όταν τελικά το κατάφερε, τον μετέφερε στο σπίτι του κι άρχισε να τον καθαρίζει από τα ξεραμένα αίματα. Είχε τόσο αφαιρεθεί από την πραγματικότητα που δεν καταλάβαινε ότι το αίμα που εξακολουθούσε να τρέχει επάνω του δεν ήταν από τις πληγές του Σάμι, αλλά από τα δικά του τα δάχτυλα.Αμέσως μετά τον πήρε στον ώμο του, τον μετέφερε μέχρι το αυτοκίνητο κι αφού τον άφησε στο κάθισμα του συνοδηγού του πέρασε τη ζώνη ασφαλείας. "Θα χρειαστεί να οδηγήσουμε γρήγορα. Η Γάζα έχει γίνει επικίνδυνη με αυτά τα αεροπλάνα στον αέρα" του είπε. Μπήκε κι αυτός στο αυτοκίνητο έβαλε μπρος και πήρε το δρόμο για την παραλία κι από εκεί για την πόλη της Γάζας.Σε όλη τη διαδρομή δεν σταμάτησε να του μιλά ούτε για μια στιγμή. Του μίλησε για τις δυσκολίες της δουλειάς τις μέρες τούτες, για το παρελθόν και της μέρες της ειρήνης και, τις πληροφορίες για τα χειρότερα, που οι προβλέψεις τα ήθελαν να έρχονται το προσεχές διάστημα. Τα αεροπλάνα είχαν κάνει και πάλι την εμφάνισή τους στον ουρανό της Γάζας. Ο Χάτεμ τράβηξε το αυτοκίνητο στην άκρη του δρόμου. Σταμάτησε δίπλα στη θάλασσα, άναψε ένα τσιγάρο και συνέχισε να μονολογεί απευθυνόμενος στο Σάμι.Το κεφάλι του Σάμι είχε γείρει στα δεξιά σταματώντας στο παράθυρο της πόρτας του αυτοκινήτου.Ο Χάτεμ χάζευε τα μανιτάρια από τις εκρήξεις. Έβριζε το Ισραήλ, τη Χαμάς και έκλεισε το κεφάλαιο με τις κατάρες του πολέμου λέγοντάς του ότι με το που τελειώσει αυτός ο πόλεμος θα κανονίσει τη φυγή τους από τη Γάζα. "Έχω φίλους και γνωστούς που θα μας κανονίσουν μια Visa για όποια χώρα θέλουμε σου λεω".Οι βόμβες εξακολουθούσαν να πέφτουν. Έβαλε μπρος για μια ακόμη φορά τη μηχανή. Οδήγησε μέσα από τους καπνούς κι έφτασε μέχρι το γραφείο αδιαφορώντας για το χαμό που απλωνόταν τριγύρω.Πάρκαρε το αυτοκίνητο, ανέβηκε στο γραφείο και ζήτησε από τον ʼντελ να τον βοηθήσει να ανεβάσουν το Σάμι. "Έχει χτυπήσει, διψάει και θέλει να πιει ένα καφέ" του είπε. Ο ʼντελ έσπευσε σε βοήθεια κατέβηκαν για μια ακόμη φορά τα σκαλιά των δώδεκα ορόφων κι όταν πλέον έφτασαν μπροστά στην πόρτα του αυτοκινήτου τράβηξε το πόμολο κι αντίκρισε το άψυχο κορμί του Σάμι."Είναι καλά. Απλά χρειάζεται ένα καφέ και λίγο να ξεκουραστεί" επανέλαβε ο Χάτεμ.
Μισή ώρα αργότερα, ένα ασθενοφόρο παραλάμβανε την άψυχη σωρό του Σάμι. Έξι ώρες αργότερα ο Χάτεμ έπιασε και πάλι δουλειά και μέχρι σήμερα δεν έχει σταματήσει παρά μόνο έξι ώρες. Όταν δεν δουλεύει κλείνεται στον εαυτό του χαζεύοντας από το παράθυρο του γραφείου το απέραντο γαλάζιο της θάλασσας της Γάζας που προβάλει πίσω από τους μαύρους καπνούς των σπιτιών που καίγονται.
Από τα σύνορα του Ισραήλ μέχρι τη θάλασσα της Γάζας η απόσταση είναι μόλις δέκα χιλιόμετρα. Σε αυτά τα δέκα χιλιόμετρα οι αποστάσεις είναι μικρές και τα ταξίδια μεταξύ πραγματικότητας και υπερβολής είναι συχνά όταν, κάποιος..... ταξιδεύει στον αέρα σε ζωντανή μετάδοση από την πλευρά των συνόρων του Ισραήλ. Για όσους ταξιδεύουν στην άλλη πλευρά των συνόρων οι διαδρομές μεταξύ πραγματικότητας και τρέλας είναι δύσκολο να αποφευχθούν. Ακόμα κι αν στις διαδρομές αυτές, ταξιδεύουν οι καλύτεροι επαγγελματίες του είδους. Οι συνάδελφοι της Γάζας.
12/01/2009 Σύνορα Γάζας - Ισραήλ

Δευτέρα 5 Ιανουαρίου 2009

Κυριακή 21 Δεκεμβρίου 2008

Tα λουλούδια της χιροσίμα

Ομάδα 2:Οι ανταποκριτές. Ένα κείμενο για τους hibakusha
Στις 06/08/1945 και ώρα 8:15 π.μ. Έγινε η ρίψη της πρώτης ατομικής βόμβας στο πλαίσιο του Β΄παγκοσμίου πολέμου . Σαν αποτέλεσμα είχε το θάνατο χιλιάδων αθώων ανθρώπων είτε από εξάχνωση είτε από φωτιά. Οι επιζώντες ονομάζονται hibakusha. Κάποιοι από αυτούς ζουν με χρόνια τραύματα όπως εγκαύματα ή δυσμορφίες .Υπάρχουν επίσης διαφόρων μορφών τερατογεννέσεις και καρκινογεννέσεις .Όμως το κυριότερο πρόβλημα είναι το ψυχολογικό . Ακολουθούν μαρτυρίες των hibakusha .
Μαρτυρία του Γιοσάκου Μικάμι
Ο Γιοσάκου Μικάμι ήταν 32 ετών ,πυροσβέστης και την ώρα της έκρηξης βρισκόταν σε υπηρεσία .Ήταν στο δρόμο προς το σπίτι του όταν είδε μια μπλε λάμψη απο το παράθυρο.30 λεπτά αργότερα γύρισε στο σταθμό όπου μαζί με τους συναδέλφους του πήραν εντολές για να βοηθήσουν τους πιο βαριά τραυματισμένους .Ήταν ένα δράμα σε όλο το δρόμο έβλεπε ανθρώπους να καίγονται ,να φωνάζουν και παντού υπήρχαν νεκροί .Αφού έφθασαν στον κύριο σταθμό συνέχισαν προς το νοσοκομείο όπου άφησαν τους τραυματισμένους .Την επόμενη μέρα επισκέφθηκαν τους υπόλοιπους σταθμούς όπου βρήκαν πολλούς νεκρούς. Σήμερα νιώθει λύπη για τους συναδέλφους τους που πέθαναν και ελπίζει πως δε θα υπάρξει άλλος πυρηνικός πόλεμος.

Οι hibakusha κρύβουν μεγάλο πόνο μέσα τους σωματικό και ψυχικό. Είναι βαριά άρρωστοι και τραγική ειρωνία είναι πως γνωρίζουν ότι θα πεθάνουν χωρίς να φταίνε. Από όλο αυτό το γεγονός μαθαίνουμε ότι κανένας πόλεμος δεν ωφελεί σε τίποτα

Απο τους μαθητές:Παντελή Χρυσάνθη,Οικονόμου Έρση,Παναγόπουλου Χρήστου

Απο το κείμενο ΄Τα λουλούδια της χιροσίμα΄σελ.223 Μάθημα Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας